28 Αυγούστου 1944. Ολάκερη η Καλλιθέα μπλοκαρισμένη


Στο διάστημα από τις 24 έως τις 28 Αυγούστου του 1944 σε γενικευμένη επίθεση κατά της Καλλιθέας, άλλης μιας συνοικίας που κυριαρχούσε το ΕΑΜ, Ναζί και Τάγματα Ασφαλείας επιτέθηκαν τρεις φορές σε μια εβδομάδα εκτελώντας σε διάφορα σημεία της περιοχής, τουλάχιστον 82 άτομα

Αύγουστος ήταν στις 28 του 44. Δευτέρα ξημερώματα. Κίνηση ο πατέρας από βαθιά χαράματα να πάει στη δουλιά και πριν ο ήλιος βγει γύρισε πίσω. «Τι συμβαίνει και ξαναγύρισε;». Εκανε με τρόμο η Μάνα. Τότε εκείνος ξεστόμισε την πιο φρικτή λέξη, που όλοι ακούγαμε, όλοι φοβόμασταν κι όλοι περιμέναμε… Μπλόκο!



Ολάκερη η Καλλιθέα μπλοκαρισμένη. Από Λεωφ. Συγγρού μέχρι γραμμές ηλεκτρικού κι από τη γέφυρα Κουκακίου μέχρι παραλία. Δεν άργησαν να μπουκάρουν στη γειτονιά. Πλημμύρισε ο τόπος φέσι, φουστανέλα και προστυχόλογα. Ενα χωνί στην πλατεία ουρλιάζει και σπέρνει τρόμο και πανικό… Ολοι οι άντρες από 14 χρόνων κι επάνω να συγκεντρωθούν γρήγορα στο γήπεδο της ΑΕ Καλλιθέας.
Φώναξαν καμιά δεκαπενταριά φορές και μετά άρχισαν τα γιουρούσια στα σπίτια. Τραβολογούν και δέρνουν. Βάζουν τον υποκόπανο μπροστά, χτυπάνε στα πλευρά και σπρώχνουν. Δεν αφήνουν γωνιά που να μην ψάξουν. Αλίμονο σ’ όποιον έκανε την κουτουράδα να προσπαθήσει να κρυφτεί για να ξεφύγει. Σαν σκυλί τον ξαπλώνουν στον τόπο. Οι Γερμανοί αφ’ υψηλού ελέγχουν το έργο. 

Ευχαριστημένοι που οι υποτελείς κάνουν καλή δουλιά.
Πριν πάρει μεσημέρι ντουμάνιασε ο τόπος. Πυκνές τούφες καπνού σκουραίνουν τον ουρανό. Αμέσως το φρικτό μαντάτο. Τα Σφαγεία καίγονται. Το 5ο Δημ. Σχολείο καίγεται. Μαυροφορεμένες γυναίκες με ξέμπλεκα μαλλιά παίρνουν το δρόμο ξεφωνίζοντας. Η κάπνα κατέβηκε χαμηλά και νύχτωσε αυγουστιάτικα, μέρα μεσημέρι. Πάνω στη Δεξαμενή οι ταγματασφαλίτες απολαμβάνουν το θέαμα, πετώντας τα φέσια τους ψηλά. Βαράνε στον αέρα.


Καταμεσήμερο και ο ήλιος πάνω από τα κεφάλια σε τσουρουφλίζει. Είναι όλοι ανακούρκουδα καθισμένοι και ξεφυσάνε. Τα χείλη σκασμένα για μια στάλα νερό. Η αγωνία του θανάτου μέσα από το βλέμμα του καταδότη με την κουκούλα τσακίζει τα πρόσωπά τους. Ενα τσιγάρο στόμα το στόμα, ρουφηξιά τη ρουφηξιά, μοναδική παρηγοριά.

Με το σούρουπο πήραν οι άντρες να γυρίζουν πίσω. Είκοσι δύο παλικάρια, όμως, δεν ξαναγύρισαν σπίτι τους… Είκοσι δύο μάνες ξεραμένες στο κεφαλόσκαλο δεν άνοιξαν την αγκαλιά τους. Είκοσι δύο παλικάρια έμειναν για πάντα εκεί, Δοϊράνης και Μαντζαγριωτάκη γωνία, σπορά και θεμέλιο για έναν κόσμο ελεύθερο και ειρηνικό που πίστεψαν πως θα ‘ρθει..!

(Βασίλης Λιογκάρης, «Ριζοσπάστης», 26-8-2005)


You Might Also Like

0 σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Δημοφιλείς 30 ημέρες

Δημοφιλείς 7 ημέρες