Ηρώ Κωνσταντοπούλου. 17 σφαίρες για μια ΕΠΟΝίτισσα




Η Ηρώ, μαζί με άλλους 49, μεταφέρεται στις 5 Σεπτεμβρίου 1944 στο σκοπευτήριο της Καισαριανής. Εκεί τη γάζωσε το εκτελεστικό απόσπασμα με τόσες σφαίρες όσα ήταν και τα χρόνια της, για παραδειγματισμό
«Χάνει τα δίκαια του πολίτου εκείνος οπού έγινεν εντόπιος εις ξένον βασίλειον και δε βοηθεί την πατρίδα του κι απ’ εκεί, με όποιον τρόπον ημπορεί, αλλ’ αδιαφορεί εις τας προσταγάς της. Ομοίως κι εκείνος όπου δέχεται οφίκιον ή δούλευσιν ή χαρίσματα από χέρι τυράννου. Ο τοιούτος δε λέγεται πλέον πολίτης, αλλά προδότης…»
Δεκαεφτά σφαίρες για έναν άγγελο ήταν ο τίτλος μιας ελληνικής ταινίας το 1981, που μιλούσε για την αληθινή ιστορία ενός μικρού κοριτσιού που αποτέλεσε παράδειγμα ηρωισμού και αυτοθυσίας στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής.
Το μικρό αυτό κορίτσι, που έδωσε στους διώκτες της μαθήματα ελευθερίας, θάρρους, αξιοπρέπειας και αυταπάρνησης, ήταν μόλις 17 χρονών όταν την έστησαν στον τοίχο. Η Ηρώ Κωνσταντοπούλου γεννήθηκε στις 16 Ιουλίου 1927 στην Αθήνα από Σπαρτιάτες γονείς. Μαθήτρια ήταν ακόμα του οκτατάξιου Γυμνασίου του Αρσακείου στο Ψυχικό όταν εντάχθηκε, το 1943, στην ΕΠΟΝ.
Ενα κορίτσι από ευκατάστατη οικογένεια, που μιλούσε τέσσερις γλώσσες. Τα νιάτα, το πάθος, η ορμή την έκαναν να δοθεί ολόψυχα στον αγώνα για τη λευτεριά της πατρίδας. Η μικρή Ηρώ, που κάτω από την μπλε ποδιά της έκρυβε από προκηρύξεις μέχρι όπλα, ήταν ένα απ’ τα πιο μαχητικά μέλη της ΕΠΟΝ. Πρώτη στον αγώνα, πρώτη στα μαθήματα, πρώτη σ’ όλες τις εκδηλώσεις εναντίον των κατακτητών. Αφισοκολλήσεις, συνθήματα στους τοίχους, μεταφορά προκηρύξεων και παράνομου υλικού. Προκαλούσε τους Γερμανούς ακόμα και μπροστά στα μάτια τους. Ενα περίεργο παιχνίδι με τον θάνατο ήταν η ζωή της. Δεν γνώριζε τη λέξη κίνδυνος ή μπορεί το πάθος της σ’ αυτό που τόσο δυνατά πίστευε να την εμπόδιζε να δει τον οποιοδήποτε κίνδυνο.




Δεν λύγισε στα βασανιστήρια
Αρχές Ιουλίου 1944 μια ομάδα των Ταγμάτων Ασφαλείας εισέβαλε στο σπίτι της στο Κουκάκι. Αφού τη χτύπησαν, τη μετέφεραν στα κρατητήρια. Δεν λύγισε, δεν φοβήθηκε, δεν πρόδωσε. Αντίθετα, έβριζε τους φονιάδες και τους δωσίλογους. Ο πατέρας της κατάφερε με ένα αρκετά καλό χρηματικό ποσό για τα δεδομένα της εποχής να πετύχει την προσωρινή απελευθέρωσή της. Οι πληγές στο πρόσωπο και στο κορμί δεν τσάκισαν το ηθικό της. Αντίθετα, συνέχισε πιο έντονα τον αγώνα. Συμμετείχε μάλιστα λόγω των άριστων γερμανικών της σε μια από τις πιο δύσκολες επιχειρήσεις.
Στην ανατίναξη ενός γερμανικού τρένου γεμάτου πυρομαχικά και πολεμοφόδια. Αυτή η πράξη δεν θα μπορούσε να μείνει ατιμώρητη. Η μικρή αποδείχτηκε ένας πολύ επικίνδυνος μπελάς για τους Γερμανούς. Μια ωρολογιακή βόμβα που μπορούσε να σκάσει ανά πάσα στιγμή εκεί που δεν θα το περίμεναν. Ετσι Γερμανοί των Ες Ες τη συνέλαβαν ξανά στις 31 Ιουλίου 1944. Την οδήγησαν στην Κομαντατούρ, στα κρατητήρια της οδού Μέρλιν, όπου τη βασάνιζαν επί 4 μέρες για να μαρτυρήσει τους συνεργάτες της. Είχε μόλις τελειώσει με τις απολυτήριες εξετάσεις της… Η Ηρώ δεν είπε κουβέντα. Συνέχιζε να «μαστιγώνει» τους βασανιστές της στη γλώσσα τους για να την καταλαβαίνουν καλύτερα. Στους γερμανοντυμένους «Ελληνες» θύμιζε τα λόγια του Ρήγα Φεραίου: «Χάνει τα δίκαια του πολίτου εκείνος οπού έγινεν εντόπιος εις ξένον βασίλειον και δε βοηθεί την πατρίδα του κι απ’ εκεί, με όποιον τρόπον ημπορεί, αλλ’ αδιαφορεί εις τας προσταγάς της. Ομοίως κι εκείνος όπου δέχεται οφίκιον ή δούλευσιν ή χαρίσματα από χέρι τυράννου. Ο τοιούτος δε λέγεται πλέον πολίτης, αλλά προδότης…».

Στις 16 Ιουνίου 1944, Έλληνες πράκτορες των Ες-Ες εισέβαλαν στο σπίτι της οικογένειας Κωνσταντοπούλου, αναζητώντας την οργανωμένη στην ΕΠΟΝ 17χρονη κόρη τους. Η ομάδα αποχώρησε έχοντας συλλάβει την Ηρώ Κωνσταντοπούλου. Μετά από ενέργειες της μητέρας της, η οποία κατέβαλε 25 χρυσές λίρες, η Ηρώ αφέθηκε ελεύθερη. Όμως δύο εβδομάδες μετά, στις 2 Ιουλίου 1944, η ομάδα του πράκτορα των Ες-Ες Α. Κωνσταντινίδη, συνέλαβε εκ νέου την Ηρώ, η οποία οδηγήθηκε προς ανάκριση στην έδρα των Ες-Ες στην οδό Μέρλιν και στη συνέχεια στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Χαϊδαρίου, με την κατηγορία της κατασκοπίας. 
Η οικογένεια Κωνσταντινίδη, ο πατέρας, η μητέρα και τα τέσσερα παιδιά τους, ήταν πράκτορες των Ες-Ες και διερμηνείς στο Γερμανικό Φρουραρχείο Πειραιά. Ήταν η οικογένεια που έστειλε δεκάδες αντιστασιακούς στο εκτελεστικό απόσπασμα μετά από καταδόσεις. Ο πατέρας και οι δύο από τους γιους του εκτελέστηκαν από την ΟΠΛΑ κατά τη διάρκεια της Κατοχής και των Δεκεμβριανών.
Στις 5 Σεπτεμβρίου 1944, η Ηρώ Κωνσταντοπούλου εκτελέστηκε στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής, μαζί με άλλους 49 αντιστασιακούς, στην τελευταία ομαδική εκτέλεση σε αυτό τον τόπο μαρτυρίου, ένα μήνα πριν την αποχώρηση των Ναζί από την Αθήνα. (Μενέλαος Χαραλαμπίδης)

Οι προσπάθειες των δικών της, αυτή τη φορά, να τη σώσουν απέβησαν άκαρπες. Οδηγήθηκε στο Χαϊδάρι, με τα σκυθρωπά κτίρια, τους ψηλούς τοίχους και τα πυκνά συρματοπλέγματα. Ακόμα κι εκεί στην απομόνωση του στρατοπέδου, στο περιβόητο Μπλοκ 15 συνέχιζε τον αγώνα της. Κάποιες γυναίκες θα τις επέλεγαν για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γερμανίας. Κάποιες κρατούμενες το είδαν σαν λύση στο μαρτύριο που περνούσαν. Η Ηρώ τότε φώναξε: «Ντροπή σας. Δεν είστε Ελληνίδες!… Μα δεν ντρέπεστε; Καμιά δεν πρέπει να πάει στη Γερμανία!… Μα τι φοβάστε… Μη σας τουφεκίσουνε; Καλύτερα να μας τουφεκίσουν παρά να υποστούμε εξευτελισμούς»! Εκεί μέσα η Ηρώ βρήκε μια δεύτερη μάνα. Ηταν η Λέλα Καραγιάννη, η μεγάλη ηρωίδα που έχασε κι εκείνη τη ζωή της τρεις μέρες μετά. Στην αγκαλιά της η μικρή Ηρώ κοιμόταν κάθε βράδυ κι εκείνη στα μάτια της έβλεπε τα δικά της παιδιά που ήξερε ότι δεν θα τα ξανάβλεπε.


Η συνάντηση με τη Λέλα Καραγιάννη
Από τις 3 Σεπτεμβρίου με κοινή απόφαση του πολιτικού επιτρόπου Νοϊμπάχερ και του στρατιωτικού διοικητή Φέλμι διατάχθηκε η τμηματική αποφυλάκιση ορισμένων κρατουμένων από το Χαϊδάρι. Ωστόσο, η Λέλα Καραγιάννη, μια γυναίκα με απίστευτο ένστικτο, βλέποντας τις κινήσεις μέσα στο στρατόπεδο κατάλαβε ότι κάτι άλλο συνέβαινε. Πλησίασε τότε έναν Ουγγρογερμανό φύλακα, τον Βαλεντίνο, και τον ρώτησε. Εκείνος με σπασμένα ελληνικά της είπε: «Ηρώ αύριο πρωί πρωί…» και με το χέρι του έκανε την ανατριχιαστική κίνηση του δείκτη που τραβάει τη σκανδάλη. Η Ηρώ της. Το κοριτσάκι που κοιμόταν κάθε βράδυ στην αγκαλιά της. Το μυστικό διέρρευσε. Ολες ήταν δακρυσμένες. Μπήκε τότε ο φρουρός φωνάζοντας «Ηρώ Κωνσταντοπούλου». «Εγώ είμαι» είπε περήφανα. «Έρχομαι». Η Λέλα την πλησίασε και της είπε: «Μπράβο, Ηρώ μου. Ετσι πεθαίνουν οι Ελληνίδες» κι έσκυψε και τη φίλησε για τελευταία φορά. Ξημέρωνε 5 Σεπτεμβρίου 1944.

Η Ηρώ μαζί με άλλους 49 μεταφέρεται στο σκοπευτήριο της Καισαριανής. Εκεί οι χιτλερικοί έστησαν στον τοίχο μια έφηβη που δεν είχε καν δικαστεί. Στα μάτια της έβλεπαν όλους όσους δεν κατάφεραν να στήσουν στον τοίχο. Τη γάζωσαν με 17 σφαίρες, όσα ήταν και τα χρόνια της -για παραδειγματισμό όπως είπαν. Η ίδια λίγο πριν οι εκτελεστές της ανοίξουν πυρ σκίζει το φόρεμά της και φωνάζει: «Χτυπάτε! Κτήνη». Όταν ρώτησαν ένα Γερμανό στρατηγό «γιατί τη σκοτώσατε; Ήταν μόλις 17 χρονών…» εκείνος απάντησε: «Γιατί τέτοιοι άνθρωποι είναι επικίνδυνοι για εμάς». 



Η Ηρώ έπεσε για τη λευτεριά του λαού, λίγες μέρες πριν απελευθερωθεί η Ελλάδα.
Το σώμα της ηρωικής Ελληνίδας, Ηρώς Κωνσταντοπούλου, έγινε λευτεριάς λίπασμα: «Εσύ δε θα μου πεις ευχαριστώ / όπως δε λες ευχαριστώ στους χτύπους της καρδιάς σου / που σμιλεύουν το πρόσωπο της ζωής σου /. Όμως εγώ θα σου λέω ευχαριστώ / γιατί γνωρίζω γιατί σου λέω ευχαριστώ / γιατί γνωρίζω τι σου οφείλω /… Αυτό το ευχαριστώ είναι το τραγούδι μου». (Γιάννης Ρίτσος).
«Υπομονή κι υπομονή, καρτέρι και καρτέρι, και τούτος ο Σεπτέμβρης τη Λευτεριά θα φέρει». Ηταν οι τελευταίοι στίχοι που έγραψε λίγο πριν την πάρουν για εκτέλεση. Η απελευθέρωση ήρθε όντως λίγες μέρες μετά. Οσο για τη λευτεριά… αυτή θα αργούσε ακόμα πολύ.

Κατερίνα Μπαλκούρα, Ιστορικός, δημοσιογράφος





You Might Also Like

0 σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Δημοφιλείς 30 ημέρες

Δημοφιλείς 7 ημέρες